Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Χριστούγεννα 2020


Ζήτησε να περάσει τα Χριστούγεννα

σ΄ ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη.

Δεν απαίτησε μερίδιο απ’ την πλοκή.

Βωβός στο καπηλειό του Γιάννη Βλάχου

ν’ ακούει ιστορίες θαλασσοδαρμένων. 

Ζήτησε να στέκει κρημνώδης βράχος,

ρίφια λουκιασμένα ν' αγκρομάζεται·

εκεί που σκαρφαλώνουν ξεχασμένοι αλήτες,

ν’ αντηχεί το μοιρολόγι της φώκιας

για τα πάθια του κόσμου και τους καημούς.

Σαν άνεμος να ξεχύνεται. Μ΄ ένα φύσημα

ν’ αντηχήσουν ξανά τρίγωνα σκουριασμένα 

και το τσέρκι στην ασάλευτη γειτονιά.

Ζήτησε να γίνει μη μετρήσιμος,

σταγόνα ρετσίνας στη Δεξαμενή

που χύνεται και ταξιδεύει μακριά

από τέτοια αραχνιασμένα Χριστούγεννα.

Ζήτησε να ξεχάσει φόβους κι απειλές.


©

Kωνσταντίνος Κωστέας 

25/12/2020



Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Αποσιωποιητικά


Διδαχτήκαμε τα σημεία στίξης.

Βάλαμε τάξη στα γραπτά μας,

αλλάξαμε σειρά...

Ειρωνευτήκαμε, εκπλαγήκαμε,

εκφράσαμε απορίες.

Βάλαμε χρώμα στη φωνή μας,

σταθήκαμε μπροστά από ακροατήρια,

Κεντρίσαμε την προσοχή σας.

Πλέον μιλάμε ασταμάτητα...

Με τον λόγο καλά τα πάμε τελικά.

Ποιος, όμως, θα βάλει τάξη στη σιωπή;

Πάλι μας ξεγέλασε η ποίηση.



Κωνσταντίνος Κωστέας

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

«Ανδρέας Κάλβος-Εις θάνατον»

 Μην διαβάσετε το ποίημα

αν δεν αναζητήσετε

τους σύγχρονους δολιόφρονες τυράννους,

αν δεν συντρίψετε ιδίοις χερσίν

το βαρύ βάκτρο της δεισιδαιμονίας,

αν δεν αναζητήσετε μέσα σας

τον βωμό της αλήθειας

θυσιάζοντας ακαταπάυστως

αισθήσεις, χρόνο και έξωθεν

καλές μαρτυρίες.

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

Βιαστικά

 Σκορπίζει η  πάχνη·

ο άνεμος χαϊδεύει τους τσίγκους,

ξετυλίγονται οι πρώτοι πανσέδες.

στις αλέες ξεφωνητά,

αναίμακτα τραβήγματα σφεντόνας

προς τους χαμηλωμένους κλώνους.

Ζωντανό καβαλέτο η φύση

σ’ αόρατες εκθέσεις

μοσχοβολά το ασπροθύμαρο

της κυριακάτικης σχόλης.

Ρυάκια, ξεχασμένα νάματα,

με τις χάρτινες βαρκούλες

τάχα πως σε παίρνουν μακριά,

μα εσύ ταμένος στην ίδια λάσπη

πάλι πέρασες βιαστικά,

το έχει η μοίρα σου πάντα

 να περνάς βιαστικά.

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2020

Συνοικιακό καπηλειό



Σαν τα χαμίνια της πλατείας

οι λασπωμένοι ποιητές

τρυπώνουν απ’ τα ξέφτια

του συνοικιακού καπηλειού.

Με παλιά μουρμούρικα

τον κάπελα ξεγελούν,

παραγγέλλουν καυτό μολύβι,

παίρνουν τη θέση τους πλάι στην τάβλα,

μονορούφι πίνουν τις θύμησες ξανά,

το κανάτι δεν λέει ν΄ αδειάσει.

Κοιτάζοντας κλεφτά το τεφτέρι,

διαβεβαιώνουν «θα πιάσω την καλή», 

σβήνουν τα μύχια τους με τον σπόγγο.

Πάνω στο γραπτό τους σκύβουν,

παίρνουν τον δρόμο προς τη λήθη,

Ποτέ κανείς τους δεν ξεχρέωσε.


Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2020

23ο Δημοτικό Σχολείο Καλαμάτας



Με το πρώτο ξεκούρδιστο χτύπημα

του σταματημένου ρολογιού 

τα τσιμεντένια σκεπάσματα τραβώ,

ξεσκονίζω γουλιά-γουλιά το παλιό μου γάλα,

αγγίζοντας τη σχισμή του Εγκέλαδου, 

σπρώχνω του Σεπτέμβρη το έλασμα,

ατενίζω το ξεθωριασμένο προαύλιο

-ένα αγουροξυπνημένο παιδί του ’90

στοιχίζεται με τους συμμαθητές που ξέχασαν-

αντισεισμικός συναρμολογώ  το λυόμενο

δίχως χαρτί και μολύβι μετρώ απουσίες,

πρωτίστως τις δικές μου, ξεγελώ με ζαβολιές

τον χρόνο, όπως την έφερνα στον δάσκαλο,

βγαίνω τάχα για να βάλω τα διψασμένα χείλη

κάτω απ’ τη σιδερένια βρύση της στέρησης,

κλωτσώ μακριά τη μπάλα της ενηλικίωσης,

επιστρέφω να παραδώσω λεύκη κόλλα

και κρύβομαι πίσω απ’ την κομμένη καρυδιά 

που λεηλατούσαμε στο σχόλασμα.

«Πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι… εκατό,

φτου και βγαίνω». Ατενίζω τους μεγαλύτερους 

που φεύγουν βαστώντας σφιχτά τ’ απολυτήριο. 

Ακόμα να εμπεδώσω το μάθημα...


Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

Πρόζα 2020

 Ειλικρινά, δεν μπορώ να βρω τίποτε στέρεο στην ελληνική κοινωνία. Κανένα έρεισμα, καμία προκοπή, καμία ελπίδα. Στο σαρκίο μας παρασιτούν μύγες του απόπατου, ύαινες και κοράκια. Ευτέλεια...

Βαδίζουμε ξανά την ατραπό του Μεσοπολέμου με το βλέμμα καρφωμένο στον Τάρταρο. Η άμαξα που μας μετέφερε κόλλησε στην άμμο. Καθήλωση. Με τι χέρια θα τη σηκώσουμε πια; Εμείς, ουραγοί. Χωρίς σκοπό χορευτές. Παλιάτσοι. Καμποτίνοι. Κρανία του Άμλετ. Μηδενικά χαραγμένα στην άμμο.

Απαιτείται τιτάνια προσπάθεια για να καθαρίσει η κόπρος του Αυγεία.

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

στα δύο σπασμένο μάρμαρο


Φύλλα μυγδαλιάς και πεφταστέρια 
έραιναν το γλυπτό τους σύμπλεγμα
το πρώτο δείλι κάτω απ’ τις ροδοδάφνες.
Τώρα στο πάρκο που άλλοτε αγαπήθηκαν,
στο πάρκο που κύλησε  βιαστικά μακριά της
σπάραγμα οξειδωμένου διάκοσμου,
κόρη, στα δύο  σπασμένο μάρμαρο,
μονάχη σ’ άδειο βάθρο στέκει.
 

Κυριακή 2 Αυγούστου 2020

[Άτιτλο]

Σαν αποδιωγμένο περιστέρι ο ποιητής
απ’ το τρίτο πάτωμα ίσα που φαίνεται,
καθώς το ράμφος του βυθίζει ξανά
στ’ απόνερα της θύμησης.

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Αποβάθρα

Είμαι γεμάτος ξηρά
είσαι γεμάτη πανιά.
Η σάρκα που τάχα ξόδεψα
ακόμα με τυλίγει.
Πώς να βρω θέση στ’ όνειρο
δίχως διαβατήρια φτερά;
Αδίκως με γυρεύεις,
δεν σου ανήκω.
Στ’ όνειρο δεν ανήκω.
Έναν ακόμα λαθρεπιβάτη
ανάμεσα στα εμπορεύματα
θα ανακαλύψουν οι αφυπνίσεις
πριν απ’ την πρώτη καλημέρα.


The pier N°2, Fine Art black-white photography print

Eικόνα: Yann Pendariès, The pier N°2 - Fine Art photography - Original Art photography.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020

Παραλογή


Ξεφεύγουν απ’ το σήμα
οι πρόωρα χαμένες ποιήτριες
καβαλούν κατάσπρο άτι
στον άνεμο στήνουν δόκανα
βρίσκουν πάλι το λευκό τους φουστάνι.
Παίζοντας κρυφτό στους αιθέρες
τινάζουν ύφασμα μεταξωτό
τις σβηστές όλο άνθη καρδιές τους
για ν’ ασημώσουν τη Σελήνη
μας λούζουν φως σαν άστρα
κάθε δείλι στέκουν πάνω
απ’ το κάστρο ή την προκυμαία.
Απλώνοντας σφουγγάρια μνήμης
μαζεύουν αχείμαστους ποταμούς
με ήλιους ντύνουν χέρσα τοπία
της γενέθλιας γης που αγκάλιασαν.
Ποτισμένες νάματα αθανασίας
πέρα από αρχή και τέλος
αθέατες κραδαίνουν το δόρυ
στην ισόβια μάχη μας με τη φθορά. 

Εικόνα: Fernand Khnopff, I Lock the Door Upon Myself, 1891

Τρίτη 16 Ιουνίου 2020

Στον Τ.Π.



Αν η Ποίηση περιορίζεται
σ' αυτό το απεχθές που συναντάμε
στα παραποιητικά κυκλώματα
καλύτερα να σε βρίσκει
-μια και έξω- στο δόξα πατρί
και να σε στέλνει...αδιάβαστο.

Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

Φοιτητικές μνήμες



Κυριακάτικα αρώματα ανέμελου καφέ,
σεργιάνι σε καρυωτακικές παρόδους:
αθέατη Ζάγγλης, Αβίας βιαστική,
κουδούνια που δεν θα χτυπήσω ξανά,
Καλλιπατείρας· θύμισες αδέσποτες γάτες.
Σισύφειες εργασίες, αμείλικτοι χρόνοι βαθμολογητές,
φωτοτυπημένες επαναλήψεις κακογραμμένης ύλης,
στη Σταματάκου να μην πέφτει καρφίτσα,
βορειοελλαδίτικα ιδιώματα, Κύπρος, Λεκανοπέδιο, Θεσσαλία...
Σκιρτήματα, στα παγκάκια φιλιά, «την είδα την ξανθούλα»,
μέτρημα δάκτυλων, δυστοπικό ξεφύλλισμα νουβέλας,
στραπατσάρισμα ιάμβων, πλήκτρα του χθες, ποπ κορν, σουβλάκια,
ΚΥΤΤΑΡΟ, μετρημένα κέρματα για μπουκάλι,
βραχνές φωνές, blues αργόσυρτα, τελετή αποφοίτησης.
Έπειτα, κρασοπότηρα ραγισμένα· Μνήμες που με βαστάξατε εδώ,
σκιά μου γίνεστε στις ίδιες σκονισμένες παρόδους.


Κυριακή 24 Μαΐου 2020

[...]


Έκπληκτη άκουσες
πως κρατώ στο συρτάρι
εκείνα τα κιτρινισμένα χαρτιά,
γιατί ποτέ δεν θέλησες να δεις
ότι ακόμα στο πρόσωπό μου βαστώ
κάθε λησμονημένο φιλί σου.

Δευτέρα 4 Μαΐου 2020

Απολογία


Ας απολογηθούμε για όσα είπαμε,
ας απολογηθούμε γιατί κοιτάξαμε πέρα
δίχως να υπολογίσουμε την καταχνιά.
Για τα μυστικά φιλιά στο ημίφως,
το γυμνό κορμί της αγαπημένης
και τα δικά σας κινούμενα σκέλεθρα.


Ας απολογηθούμε στους έμπειρους δικαστές,
επειδή παραμένουμε αθεράπευτα νέοι.
Για τον πολλαπλασιασμό των κατηγόρων,
τα βαλσαμωμένα διαβατάρικα χρόνια σας,
τα χρέη σε τελώνες κι αρχισυναγώγους,
τα αναπάντητα της Ιστορίας καλέσματα.


Επειδή δεν ποντάραμε στην χαμένη παρτίδα
που με λίγη μαγιά φούσκωσε και γίνηκε πατρίδα,
ας απολογηθούμε· για τα μαύρα πανιά του Θησέα,
το πριόνισμα τειχών, ορατών κι αοράτων,
το κελάηδημα της λεύτερης καρδερίνας,
την κλεμμένη μυρωδιά της γαζίας ή του γιασεμιού.

Κυρίως, επειδή ξεχάσαμε τις κατηγόριες
πασχίζοντας να ξεφύγουμε απ’ τη Μνήμη...
Στην τελική, ας απολογηθούμε γιατί δεν μάθαμε
τι αξία έχουν τ’ ατέλειωτα, στημένα δικαστήρια.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Σαν πρόκες...



«Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις


Να μην τις παίρνει ο άνεμος
».



Ξύλινες μέρες· τις κατέφαγε το σαράκι


ξύλινοι διαβάτες· σαν αόρατα τρυπάνια


οι συνήθειες τους διαπέρασαν.


Μα εσύ παρότι δηλώνεις ποιητής


ποτέ δεν μάζεψες τις λέξεις


που σκόρπισαν στους πέντε ανέμους.


Παρότι δηλώνεις τεχνίτης,


ποτέ δεν έμαθες να χειρίζεσαι με προσοχή


το σφυρί για να μην τραυματιστούν.


Ποτέ δεν πίστεψες πως έχουν ζωή.





«Ε ναι λοιπόν! Κηρύγματα και ρητορείες»


θα ακούσεις κι από μένα μισόν αιώνα μετά.


Σε τούτα εδώ τα χώματα συνήθισαν


να μας στερούν τη νεότητά μας.


.......................................................................................................................................


Οι εντός εισαγωγικών στίχοι προέρχονται από το ποίημα «Ποιητική» του Μανόλη Αναγνωστάκη.


Ο τελευταίος στίχος παραπέμπει στο ποίημα «Νέοι της Σιδώνος, 1970».

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Υπόμνηση




Να θυμόμαστε κάπου-κάπου τη θνητότητά μας,
να βλέπουμε την κλεψύδρα ν΄ αδειάζει.
Ο χρόνος κυλά δίχως σταματημό.
Ν΄ ακούμε το κελάρυσμα του ποταμού
τον κρότο των καλαμιών που σπάζουν,
τις φριχτές στιγμές που σπαράξαμε.
στις φευγαλέες νίκες ν΄ ανακαλούμε.
Να μην πιστεύουμε στη θεραπεία,
μόνο στην πρόσκαιρη ανακούφιση.
Προπάντων να μην επαναπαυόμαστε.
Παρότι βολευτήκαμε σε θρόνους Ολύμπιους,
ας ετοιμαζόμαστε για την κατολίσθηση
που θα μας ενώσει με τον βυθό.
Είναι αδερφές μας οι σταγόνες,
όσο κι αν κωφεύουμε, μας καλούν γλυκά.
Μην τις σπαταλάτε, στερνοί μου σύντροφοι,
ας κρατήσουμε το ποτήρι σφιχτά,
διάπλατα, ας ανοίξουν τα χείλη,
θα έρθει καιρός να το κατεβάσουμε μονορούφι.
Ας βγάλουμε απ’ το θηκάρι τη δίκοπη λάμα.
Ώρα να την ακονίσουμε προσεκτικά.
Η ζήση μας πρώτο και ύστατο αγκωνάρι.