Τα ‘φερνε δύσκολα πέρα,
διψούσε για μια προαγωγή.
Μονίμως, πιστός στο καθήκον
μιλούσε για υψηλά ιδανικά:
πατρίς, θρησκεία και φαμελιά,
κλέη διασκορπισμένα στον χρόνο.
Μισούσε τους εχθρούς του έθνους,
προπάντων τους «πούστηδες»
που κηλιδώνουν τα χρηστά ήθη.
Το κράτος μάλλον τον εμπιστευόταν,
φόβος και τρόμος των κρατουμένων.
Σαν έφεραν ενώπιόν του δέσμιο,
τον επίδοξο τυραννοκτόνο εξοργίστηκε.
Αμέσως, ξεκίνησε η γνωστή
-προς συμμόρφωσιν-ιεροτελεστία:
σιδηρά βελόνη στην ουρήθρα και δη
θερμαινόμενη στο εξωτερικό της τμήμα.
Τόσο αχόρταγος «πούστης» ήταν.
Στο προαύλιο του Πολυτεχνείου στήθηκε μια κακόγουστη, υπερφυσική κεφαλή, η οποία πιθανώς απεικονίζει τον καθηγητή ιστορίας Νίκο Σβορώνο. Οι Πασπίτες λόγω Τζουμάκα ετσιθελικά κατέχουν τη σημαία (το 1973 δεν υπήρχε ΠΑΣΠ, φυσικά ούτε ΠΑΣΟΚ). Η επέτειος εξελίχθηκε σε μνημόσυνο, οι πολιτικάντηδες, που κρατούν ακόμα μέσα τους Αμερικάνους, φορούν τα γιορτινά τους και καταθέτουν κάθε χρόνο στεφάνια. Τα ερωτικά καυγαδάκια ματατζήδων και μπαχαλάκηδων συνεχίζονται ες αεί...
Ναι, ήταν η Δαμανάκη, η Τρέμη (στην κατάληψη της Νομικής), ο Λαλιώτης, ο Λαζαρίδης και άλλοι που εξαργύρωσαν τα νεανικά τους ένσημα. Φεύ! οι εξεγέρσεις δεν μπαίνουν στα μουσεία. Τα στερνά τιμούν τα πρώτα.
Δεν ήταν μόνο αυτοί όμως. Αυτό το ξεχνάμε! Οι περισσότεροι που συμμετείχαν στην εξέγερση δεν ζήτησαν καμιά ανταμοιβή δεν κέρδισαν καμιά θέση, δεν ξέρουμε καν το όνομά τους (χαρακτηριστική είναι η σπαρακτική ιστορία του Γιώργου Κηρύκου από την Ικαρία, διαβάστε την).
Η Χούντα δεν τέλειωσε το 1973. Τον Παπαδόπουλο ανέτρεψε ο «αόρατος δικτάτορας» Ιωαννίδης, ο οποίος άνοιξε την Κερκόπορτα για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο ανατρέποντας τον Μακάριο. Τα θεμέλια βέβαια είχαν μπεί πολύ νωρίτερα (Συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου ,Ζήτημα Κοφίνου).
Τα μυστριά, τα Λαγονήσια ,«το τάμα του έθνους», τα «κρέατα του Μπαλόπουλου», τα θαλασσοδάνεια του Ρουφογάλη, τα οικονομικά θαύματα- γίγαντες με χάλκινα πόδια, οι μίζες της ESSO PAPPAS, ο υπερδιπλασιασμός του χρέους, τεχνηέντως, αποσιωπήθηκαν.
Λησμονήσαμε τον Μουστακλή, τον Καράγιωργα τον Μανδηλαρά, τον Έλλή, τον Τσαρουχά, τον Παναγούλη, τον Κομνηνό, τον Μυρογιάννη, τον Κοροβέση, τον Ρεκλείτη, τον Αλκαίο τον αυτοπυρποληθέντα Γεωργάκη...
Το αδίκημα στιγμιαίο και όχι συνεχές. Οι βασανιστές έμειναν στο απυρόβλητο...
Οι ιαχές του Σεφέρη: «Ελλάς· πυρ! Ελλήνων· πυρ! Χριστιανών· πυρ! /Τρεις λέξεις νεκρές. Γιατί τις σκοτώσατε;» και «Μιλιούνια φίδια τουτο τ᾿ ακρωτήρι, / χοντρά σὰν τὸ ποδάρι ανθρωπου / καὶ φαρμακερά.» δεν δύνανται να παραγραφούν. Από κοντά οι υποθήκες του Ρίτσου, του Βρεττάκου, του Αναγνωστάκη, του Λειβαδίτη, της Κωστούλας Μητροπούλου. To «Άξιον Εστί»...
Ύστερα «Καραμανλής ή τανκς», Αλλαγή, κάθαρση, εκσυγχρονισμός, ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, Ολυμπιακοί, επανίδρυση του κράτους, «λεφτά υπάρχουν», επαναδιαπραγμάτευση και πρώτη φορά αριστερά.
Τώρα πιά, πάει ένας χρόνος και κάτι, αναμηρυκάζουμε κανονικότητα, αριστεία και πάταξη της ανομίας. Μεσολάβησαν, βέβαια, και άλλα δεινά στην αποικία...
Καυχηθήκαμε πως πουλήσαμε τρύπιες δεκάρες για να πάρουμε ευρωπαϊκό νόμισμα. Όπως ο Καραγκιόζης πιστέψαμε ότι σκοτώσαμε το φίδι. Παίξαμε με παρρησία τους Νεοέλληνες, γινήκαμε ό,τι καταναλώνουμε. Κοντολογίς, «οξειδωθήκαμε μες στη νοτιά των ανθρώπων.»
Το αυγό του φιδιού επωάστηκε για τα καλά και έσκασε σαν βραδυφλεγής βόμβα. Θρασύδειλοι και ιστορικά αναλφάβητοι ήρθαν ν' αμφισβητήσουν την ύπαρξη νεκρών στο Πολυτεχνείο (Τι σημασία έχει που δεν ήταν μέσα αλλά πέριξ;), την οποία επιβεβαίωσε ο Υφυπουργός του Μαρκεζίνη -βραχύβια προσπάθεια φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος από τον Παπαδόπουλο- και μετέπειτα ευρωβουλευτής της Ε.Π.ΕΝ., Σπυρίδων Ζουρνατζής στις 19 Νοεμβρίου 1973.
Λαγός τη φτέρη έσειε, κακό της κεφαλής του, λέει ο θυμοσοφος λαός.
Το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία- Ελευθερία» συνεχίζει να δονεί την ατμόσφαιρα στις ταραχώδεις εποχές που ζούμε. Εύχομαι να μην δαμάσουμε ποτέ τα Πολυτεχνεία που υπάρχουν μέσα μας...
Κάπως έτσι, ο Παμφύλιος Αρδιαίος, ο πανάθλιος τύραννος, στο διηνεκές θα πληρώνει τα κρίματά του.
-Ο παλιατζής…Όλα τα παλιά μαζεύω.
Μαζεύω προκρούστειες κλίνες,
πολυθρόνες στοιχειωμένες με θέα το γυαλί,
κλουβιά με φιμωμένα πετεινά
και σύρματα που τεντώθηκαν
για να φράξουν εισόδους.
Γεμάτο το συνοικιακό κουρείο.
Κόντρα στην όψη μου
ακονισμένη φαλτσέτα.
Ψαλιδίσματα του περιττού,
σκόρπια κατάχαμα θυσία
δίχως αίμα και πόνο.
Απάτη του μπαρμπέρη η τέχνη,
πάντα θα ασχολούμαστε με τρίχες.
Μετά την απομάκρυνση απ’ το ταμείο
ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Γινήκαμε όλοι τρίχες, ξεχάσαμε.
Ψευδαισθήσεις πρόσκαιρου κάλλους
μας σπρώχνουν στην ίδια αίθουσα.
Απάτη του μπαρμπέρη η τέχνη
κι όμως σ΄ αυτήν προστρέχουμε.
Σ’ ακένωτο λεβέτι, κτέρισμα λησμονημένης πολιτείας, με δάκρυ ξεπλένει και κρασί την πρώτη ηλιαχτίδα. Σμίγει με μυστικά βοτάνια την ύστατη αστραπή. Στη διαπασών το μυστικό βιολί, μα σαν σιωπήσεις νυκτωδία, ξέχειλο της Άρνης το ποτήρι, πέρα, ως τα κύτταρα, θα κυλίσει. Θα εξαϋλωθώ; Θα λάμψω; Κανείς ποτέ δεν έδωκεν απόκριση. Κανείς δεν τόλμησε ν’ απαντήσει.
Εικόνα: Salvador Dali,"Le Fee (The Fairy)"
Τετάρτη 5 Ιουνίου 2019
Boυβή Σειρήνα κι όμως
στο νησί της με τραβά.
...................................................
Πατρίδα είναι εκεί
που οι κόρες του ανέμου
λικνίζονται στη σιωπή.