Απ’ το μπαλκόνι κοιτώ
το πριονισμένο κεφάλι μου
να σκάει στη γη.
Σκελετωμένα παιδιά
το κλωτσούν
— στην αλάνα —
η μάνα φωνάζει
με κουταλάκι σούπας
τα ταΐζει
μελάνι σουπιάς.
Η τρελή της γειτονιάς
κόβει την γλώσσα μου
«υπάρχουν», λέει,
«σώματα δίχως φωνή».
Έξαφνα η πληγή κλείνει
απ’ τον λαιμό μου
ξεχύνονται σμήνη μέλισσες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου